Τὸ
Γενέσιον τῆς Θεοτόκου (8 Σεπτεμβρίου)
.
Μεταξὺ τῶν θεομητορικῶν ἑορτῶν
περιλαμβάνεται καὶ τὸ Γενέσιον ἢ Γενέθλιον ἢ τῆς Γεννήσεως τῆς Ὑπεραγίας Θεοτόκου.Ἕνα γεγονὸς τὸ ὁποῖο τιμᾶται
μὲ κατάνυξη καὶ θρησκευτικὴ εὐλάβεια ἀπὸ τοὺς ὀρθοδόξους χριστιανούς. Τὸ Γενέσιον τῆς Θεοτόκου τιμᾶται ἀπὸ τὴν Ἐκκλησία
μας στὶς 8 Σεπτεμβρίου.
Ἰωακεὶμ καὶ Ἄννα καὶ ἡ λύση τῆς ἀτεκνίας.
.
Ὅταν ἔφτασε ἡ ἡμέρα τοῦ Κυρίου
ἡ μεγάλη καὶ οἱ Ἰσραηλίτες
προσέφεραν τὰ δῶρα
τους, στάθηκε μπροστὰ στὸν Ἰωακεὶμ ὁ
Ρουβὶμ καὶ τοῦ εἶπε:
Δὲν ἐπιτρέπεται
νὰ προσφέρεις πρῶτος τὰ δῶρα
σου, «καθότι σπέρμα οὐκ ἐποίησας ἐν τῷ Ἰσραήλ»,
ἐπειδὴ
δηλαδὴ εἶσαι ἄτεκνος. Ὁ Ἰωακεὶμ
λυπήθηκε πάρα πολὺ καὶ εἶπε:
Θὰ ἐρευνήσω
ἀνάμεσα στὶς δώδεκα φυλὲς τοῦ Ἰσραὴλ γιὰ νὰ διαπιστώσω ἂν μόνον ἐγὼ ἀνάμεσά τους εἶμαι ἄτεκνος. Καὶ ἐρεύνησε καὶ διαπίστωσε ὅτι ὅλοι οἱ
δίκαιοι εἶχαν τέκνα. Τότε θυμήθηκε τὸν πατριάρχη Ἀβραὰμ ὅτι στὰ βαθιὰ
γεράματά του, τοῦ χάρισε ὁ Θεὸς τὸν γιό του, τὸν Ἰσαάκ. Περίλυπος ὁ Ἰωακεὶμ δὲν
γύρισε στὸ σπίτι του. Πῆγε στὴν ἔρημο,
ἔστησε τὴ σκηνή
του καὶ νήστεψε σαράντα μερόνυχτα, μὲ τὴν ἀπόφαση νὰ μὴ γυρίσει στὸ σπίτι του γιὰ νὰ φάει καὶ νὰ πιεῖ,
μέχρις ὅτου τὸν ἐπισκεφθεῖ ὁ Κύριος καὶ Θεός του.
.
Ἐν τῷ μεταξὺ ἡ γυναίκα του ἡ Ἄννα θρηνοῦσε καὶ ἔκλαιγε
λέγοντας· κλαίω γιὰ τὴ χηρεία μου, κλαίω καὶ γιὰ τὴν ἀτεκνία
μου. Ἔφτασε ἡ ἡμέρα τοῦ
Κυρίου ἡ μεγάλη καὶ ἡ Ἰουδίθ,
ἡ ὑπηρέτριά
της, τῆς εἶπε:
Μέχρι πότε θὰ ταπεινώνεις τὴν ψυχή σου; Νά, ἔφτασε ἡ μεγάλη ἡμέρα
τοῦ Κυρίου καὶ δὲν ἐπιτρέπεται
νὰ πενθεῖς.
Πάρε ὅμως αὐτὸν ἐδῶ τὸν
κεφαλόδεσμο, ποὺ μοῦ ἔδωσε
ἡ γυναίκα ποὺ τὸν ἔφτιαξε
καὶ δὲν ἐπιτρέπεται νὰ τὸν ἀνοίξω
ἐγώ, μία ὑπηρέτρια,
ἐπειδὴ ἔχει σημασία βασιλική. Ἡ Ἄννα
τῆς εἶπε:
Φύγε ἀπὸ
κοντά μου· αὐτὸ ἐγὼ ποτὲ δὲν τὸ ἔκανα
καὶ ὅμως ὁ Κύριος μὲ ταπείνωσε πάρα πολύ. Μήπως κάποιος πονηρός σοῦ τὸν ἔδωσε καὶ ἦρθες γιὰ νὰ μὲ
κάνεις συμμέτοχη στὴν ἁμαρτία σου; Ἡ Ἰουδὶθ ἀπάντησε: Τί νὰ σοῦ καταραστῶ, ἀφοῦ ὁ Κύριος ἔκλεισε
τὴ μήτρα σου γιὰ νὰ μὴν ἀφήσεις ἀπογόνους
στὸν Ἰσραήλ; Περίλυπη
ἡ Ἄννα ἔβγαλε τὰ
πένθιμα ροῦχα, ἄφησε
ξεπλεγα τὰ μαλλιά της, ντύθηκε μὲ τὰ
νυφικά της ἐνδύματα καὶ γύρω στὶς 9η ὥρα
κατέβηκε νὰ περπατήσει στὸν κῆπο της.
. Σὲ λίγο κάθισε κάτω ἀπὸ μία δάφνη καὶ προσευχήθηκε στὸν Κύριο λέγοντας: «Ὁ Θεὸς τῶν πατέρων ἡμῶν, εὐλόγησόν με καὶ ἐπάκουσον τῆς δεήσεώς μου, καθὼς εὐλόγησας τὴν μήτραν Σάρρας καὶ ἔδωκας αὐτῇ υἱὸν τὸν Ἰσαάκ». Σηκώνοντας κατόπιν τὰ μάτια της ψηλὰ στὸν οὐρανὸ εἶδε στὸ δέντρο τῆς δάφνης μία φωλιὰ γεμάτη νεοσσοὺς καὶ ἔβγαλε θρηνητικὴ κραυγὴ λέγοντας: «Ἀλίμονό μου, ποιός μὲ γέννησε καὶ ποιά μήτρα μὲ ξεφύτρωσε; Γιατί ἐγὼ στὰ μάτια τοῦ Ἰσραὴλ εἶμαι καταραμένη καὶ μὲ κοροϊδεύουν καὶ μὲ προσβάλλουν στὸ ναὸ τοῦ Κυρίου. Ἀλίμονό μου, μὲ τί ἐξομοιώθηκα ἐγώ; Δὲν ἐξομοιώθηκα μὲ τὰ πουλιά, ἀφοῦ αὐτὰ εἶναι γόνιμα. Δὲν ἐξομοιώθηκα μὲ τὰ ἄγρια ζῶα, ἀφοῦ καὶ κεῖνα εἶναι γόνιμα, χάρη σὲ σένα, Κύριε. Δὲν ἐξομοιώθηκα μὲ τὰ νερὰ αὐτά, ἀφοῦ καὶ τοῦτα εἶναι γόνιμα. Ἀλίμονό μου, μὲ ποιὸν ἐξομοιώθηκα; Οὔτε μὲ τὴ γῆ αὐτή, ἀφοῦ καὶ ἡ γῆ προσφέρει τοὺς καρποὺς στὸν καιρό της καὶ εὐλογεῖ ἐσένα, Κύριε».
. «Καὶ ἰδοὺ ἄγγελος
Κυρίου ἐπέστη». Ξαφνικὰ ἐμφανίζεται μπροστά της ἄγγελος, ἀπεσταλμένος
ἀπὸ τὸν Θεό, καὶ τῆς λέει: Ἄννα,
ὁ Κύριος ἄκουσε
τὴν προσευχή σου. Θὰ συλλάβεις καὶ θὰ γεννήσεις· ὁ καρπός σου θὰ γίνει γνωστὸς σ’ ὅλη τὴν οἰκουμένη.
Ἐκείνη εἶπε:
Ζεῖ Κύριος ὁ
Θεός μου· ἂν γεννήσω, εἴτε ἀγόρι εἴτε
κορίτσι, θὰ τὸ
προσφέρω ὡς δῶρο
στὸν Κύριο τὸν Θεό μου, γιὰ νὰ τὸν λατρεύει
καὶ νὰ τὸν ὑπηρετεῖ σ’ ὅλη τὴ ζωή του. Τότε δύο ἀγγελιοφόροι τὴν πλησίασαν καὶ τῆς εἶπαν:
Νά, ὁ ἄντρας
σου ὁ Ἰωακεὶμ ἔρχεται
μὲ τὰ κοπάδια
του. Διότι ἄγγελος Κυρίου κατέβηκε ἀπὸ τὸν οὐρανὸ καὶ τοῦ ἀνήγγειλε:
Ἰωακείμ, ἄκουσε
Κύριος ὁ Θεὸς τὴν προσευχή σου. Γύρνα πίσω στὸ σπίτι σου, γιατί ἡ Ἄννα,
ἡ γυναίκα σου, θὰ μείνει ἔγκυος.
. Ἐπέστρεψε λοιπὸν ὁ Ἰωακεὶμ ἀπὸ τὴν ἔρημο, φώναξε τοὺς βοσκοὺς τῶν κοπαδιῶν του καὶ ἔδωσε ἐντολὴ νὰ τοῦ φέρουν 10 ἀμνάδες γιὰ νὰ τὶς προσφέρει στὸν Θεό, ὡς θυσία, 12 μοσχαράκια γιὰ προσφορὰ στοὺς ἱερεῖς καὶ τὴ γερουσία, καὶ ἑκατὸ «χιμάρους παντὶ τῷ λαῷ». Στὴν ἐξώπορτα τὸν περίμενε ἡ Ἄννα. Ἔτρεξε, κρεμάστηκε ἀπὸ τὸν τράχηλό του καὶ μὲ χαρὰ τοῦ εἶπε: «Ξέρω τώρα καὶ δὲν ἀμφιβάλλω, ὅτι ὁ Θεὸς μὲ εὐλόγησε πάρα πολύ. Τώρα πιὰ ἡ χήρα δὲν εἶναι χήρα, καὶ ἡ ἄτεκνη θὰ μείνω ἔγκυος». Τὴν πρώτη μέρα μετὰ τὴν ἐπιστροφή του ἀπὸ τὴν ἔρημο στὸ σπίτι, ὁ Ἰωακεὶμ ἀναπαύθηκε.
. Τὴν ἑπόμενη προσέφερε τὰ δῶρα του λέγοντας μὲς στὴν ψυχή του: Τὸ ἂν ὁ Κύριος μὲ ἐλεήσει, θὰ γίνει φανερὸ ἀπὸ τὸν τρόπο ποὺ θὰ δεχθεῖ τὴ θυσία τοῦ ἱερέα. Προσέφερε λοιπὸν τὰ δῶρα του ὁ Ἰωακεὶμ καὶ παρακολουθοῦσε τὸν ἱερέα πῶς ἀνέβηκε στὸ θυσιαστήριο· καὶ δὲν διαπίστωσε σ’ αὐτὸν ἁμαρτία. Τότε εἶπε: Τώρα πλέον ξέρω ὅτι ὁ Κύριος μὲ ἐλέησε καὶ μοῦ συγχώρεσε ὅλα τὰ ἁμαρτήματα. Κατέβηκε ἀπὸ τὸ ναὸ τοῦ Κυρίου δικαιωμένος καὶ γύρισε στὸ σπίτι του. Ὅταν συμπληρώθηκαν οἱ ἐννέα μῆνες, ἡ Ἄννα γέννησε. Ρώτησε τὴ μαία: Τί γέννησα; Τῆς ἀπάντησε: Κορίτσι. Καὶ εἶπε ἡ Ἄννα: «Ἐμεγαλύνθη ἡ ψυχή μου ἐν τῇ ἡμέρᾳ ταύτῃ». Καὶ ἔβαλαν τὴ νεογέννητη στὸ κρεβατάκι της. Ὅταν συμπληρώθηκαν οἱ μέρες, «ἀπεσμήξατο Ἄννα», καὶ ἄρχισε νὰ τὴ θηλάζει, τῆς ἔδωσε τὸ ὄνομα Μαριάμ.
Ἡ καθιέρωση τῆς ἑορτῆς
.
Ἡ διήγηση τοῦ «Πρωτευαγγελίου τοῦ Ἰακώβου»
ἦταν γνωστὴ στοὺς πρώτους χριστιανούς, ἀλλὰ τὰ σημαντικότερα γεγονότα τῆς ζωῆς τῆς Ὑπεραγίας
Θεοτόκου (Γενέσιο, Εἰσόδια, Εὐαγγελισμός, Κοίμησις), ἄρχισαν νὰ ἑορτάζονται λατρευτικὰ μετὰ τὴν Γ΄ οἰκουμενικὴ Σύνοδο ἐν Ἐφέσῳ
(431) καὶ τὴν Δ΄
ἐν Χαλκηδόνι (451), ὁπότε διατυπώθηκε αὐθεντικὰ ἡ πίστη τῆς Ἐκκλησίας καὶ γιὰ τὸ
Πρόσωπο τῆς Θεοτόκου. Στὸ μεταξὺ εἶχαν ἀνεγερθεῖ καὶ ναοὶ πρὸς τιμήν της.
.
Ἤδη ἀπὸ τὸ τέλος τοῦ 4ου αἰῶνος ἐτελεῖτο στὰ Ἱεροσόλυμα ἡ δεσποτικὴ ἑορτὴ τῆς Ὑπαπαντῆς, κατὰ τὴν ὁποία
ὅμως οἱ
χριστιανοὶ τιμοῦσαν
καὶ τὴ
Μητέρα τοῦ Κυρίου. Στὴ συνέχεια καθιερώθηκαν καὶ ἄλλες ἑορτές,
ὅπως καὶ τοῦ Γενεσίου τῆς Θεοτόκου. Ὡς πιθανότερος χρόνος εἰσαγωγῆς τῆς ἑορτῆς θεωρεῖται
τὸ τέλος τοῦ 5ου ἢ οἱ ἀρχὲς τοῦ 6ου αἰῶνος.
Καὶ ἡ ἑορτὴ αὐτὴ εἰσήχθη ἀρχικὰ στὴν Ἁγία Πόλη καὶ ἐτελεῖτο
στὶς 8 Σεπτεμβρίου, ὅπως καὶ
σήμερα. Περιεχόμενο τοῦ ἑορτασμοῦ εἶναι τὸ
Γενέσιο τῆς Θεοτόκου, ὅπως ἐκτίθεται στὸ «Πρωτευαγγέλιον τοῦ Ἰακώβου», ἀπὸ τὸ ὁποῖο ἐλήφθη καὶ
καταχωρήθηκε στὸ Συναξάριο τῆς ἡμέρας.
Ἀπολυτίκιον Ἦχος δ΄.
Ἡ γέννησίς σου Θεοτόκε, χαρὰν ἐμήνυσε
πάσῃ τῇ οἰκουμένῃ· ἐκ σοῦ γὰρ ἀνέτειλεν
ὁ ἥλιος
τῆς δικαιοσύνης, Χριστὸς ὁ Θεὸς ἡμῶν· καὶ
λύσας τὴν κατάραν, ἔδωκε τὴν εὐλογίαν· καὶ καταργήσας τὸν θάνατον, ἐδωρήσατο ἡμῖν ζωὴν τὴν αἰώνιον.
Κοντάκιον. Ἦχος δ´.
Ἰωακεὶμ καὶ Ἄννα ὀνειδισμοῦ ἀτεκνίας, καὶ Ἀδὰμ καὶ Εὔα ἐκ τῆς
φθορᾶς τοῦ
θανάτου, ἠλευθερώθησαν Ἄχραντε, ἐν τῇ ἁγίᾳ
Γεννήσει σου. Αὐτὴν ἑορτάζει καὶ ὁ
λαός σου, ἐνοχῆς τῶν πταισμάτων, λυτρωθεὶς ἐν τῷ κράζειν σοι· Ἡ στείρα τίκτει τὴν Θεοτόκον, καὶ τροφὸν τῆς ζωῆς ἡμῶν.
Μεγαλυνάριον.
Σήμερον γεννᾶται περιφανῶς, ἐξ ἐπαγγελίας,
ἡ Θεόνυμφος Μαριάμ, ἡ προορισθεῖσα, τῷ Λόγῳ πρὸ αἰώνων·
ὑμνήσωμεν οὖν πάντες ταύτης τὴν γέννησιν.
ΠΗΓΗ: imverias.blogspot.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου