Στα τέλη του 7ου και τις αρχές του 8ου αι. μ.Χ. στη Βυζαντινή Αυτοκρατορία εμφανίσθηκαν κάποιες θεωρίες μεταξύ πνευματικών ανθρώπων, σύμφωνα με τις οποίες, η προσκύνηση των εικόνων που υπήρχαν στα σπίτια και τους ναούς ήταν ειδωλολατρική πράξη. Με τη βοήθεια του αυτοκράτορα, ο οποίος συμφώνησε με τη θεωρία αυτή, εκδόθηκαν διαταγές που απαγόρευαν την ύπαρξη και την προσκύνηση των εικόνων. Αυτοί που συμφώνησαν μ΄ αυτήν την πράξη ήταν οι Εικονομάχοι.
Όμως, υπήρχαν και φωνές άλλων πνευματικών ανθρώπων που έλεγαν ότι η ύπαρξη των εικόνων ήταν απόλυτα φυσική μέσα στην Εκκλησία, επειδή αυτές είναι το βοηθητικό μέσο της λατρείας του Θεού και της τιμής των Αγίων. Αυτοί ονομάστηκαν Εικονόφιλοι.
Η διαμάχη μεταξύ Εικονόφιλων και Εικονομάχων κράτησε με διακοπές περίπου 120 χρόνια. Στο μέσο αυτής της περιόδου, το 787, η Ζ΄ Οικουμενική Σύνοδος διατύπωσε τη διδασκαλία που έχει και σήμερα η Εκκλησία και διακηρύσσει την τιμητική προσκύνηση των εικόνων. Παρά την απόφαση της Συνόδου όμως, η Εικονομαχία συνεχίσθηκε μέχρι το 842, οπότε και έληξε οριστικά με την αναστήλωση των εικόνων.
Όταν λοιπόν προσευχόμαστε μπροστά σε μία εικόνα, δεν προσευχόμαστε μπροστά σε ένα κομμάτι ζωγραφισμένο ξύλο αλλά ο νους μας και η καρδιά μας στρέφονται προς τον Χριστό, την Παναγία ή τους Αγίους που εικονίζονται. Η ίδια η εικόνα μας βοηθάει στην επικοινωνία μας αυτή κι όταν την ασπαζόμαστε δεν φιλάμε ένα κομμάτι ύλης αλλά προσφέρουμε την προσκύνησή μας στο πρόσωπο που εικονίζεται. Εϊναι καλή η συνήθεια που έχουν πολλές χριστιανικές οικογένειες να έχουν στο σπίτι τους ένα εικονοστάσι με πολλές εικόνες και κυρίως των αγίων που προστατεύουν την οικογένεια. Και καθένα παιδί ας φροντίσει να έχει στο δωμάτιό του την εικόνα του Αγίου του οποίου έχει το όνομα.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου