Κυριακή 17 Φεβρουαρίου 2013

«Μήγαρις ἔχω ἄλλο στό νοῦ μου πάρεξ Ἐλευθερία καί Γλῶσσα» (Διον. Σολωμός)



Τοῦ Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτου Πατρῶν
κ.κ. ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟΥ

Ἕνα κείμενο (ἐπιστολή) τοῦ 1916, ἔγινε ἀφορμή νά κάνω αὐτές τίς σκέψεις καί νά τίς μοιραστῶ μαζί σας.
Στό κείμενο αὐτό ἀποτυπώνεται, ἡ καλλιγραφία ἡ ὁποία ἐντυπωσιάζει, ἡ ὀρθογραφία, ἡ σύνταξη τοῦ λόγου καί ὁ σεβασμός στό πρόσωπο πρός τό ὁποῖο ἀπευθύνεται.
Ἕνας, νέος τότε στήν ἡλικία, ἀπό ἕνα χωριό τῆς Ἀρκαδίας, ἀπευθύνεται στόν ἀδελφό τῆς συζύγου του, ὁ ὁποῖος εὑρίσκεται στό ἐξωτερικό. Ἐπειδή ἐγνωρίσαμε τά πρόσωπα αὐτά, ὅταν εὑρίσκοντο σέ μεγάλη ἡλικία, μᾶς ἐντυπωσιάζει τό γεγονός ὅτι ὁ ἀποστολεύς ἦτο ἀπόφοιτος μόνο τοῦ Σχολείου τῆς ἐποχῆς, ἀλλά ἡ θέλησή του γιά μάθηση τόν ἀνέδειξε τόσο, ὥστε νά τόν ζηλεύουν καί καθηγηταί φιλόλογοι.
Ἐνδεικτικά παρουσιάζομε κάποια σημεῖα τῆς ἐπιστολῆς.
«...Ἤδη ἀγωνιῶντες ἀναμένομεν ὅπως ἡσυχάσωσι τά πράγματα, διά νά σᾶς ἀπολαύσωμεν καί ἐκ τοῦ σύνεγγυς, ὅπως ποθεῖ ἡ πάλλουσα καρδία μας...», καί παρακάτω
 «...πρός δέ τούτοις, σᾶς παρακαλῶ ὅπως μᾶς πληροφορήσητε περί τῶν αὐτόθι ἐργασιῶν, ἐάν διαρκῶς ἐργάζεσθε, μέ πόσον ἡμερομίσθιον κ.τ.λ., καί ὅ,τι ἄλλο γνωρίζετε ἐκ τοῦ αὐτόθι νέου κόσμου...».

Σκεπτόμεθα ἐξ ὅλων τῶν ἀνωτέρω, τά ἑξῆς:
Τό πρῶτο εἶναι ὅτι καί ὁ τρόπος τῆς ἐπικοινωνίας ἔχει πλέον ἀλλάξει. Σπανίως ἀποστέλλονται, ἕως καθόλου, ἐπιστολές πρός ἀνθρώπους οἱ ὁποῖοι εὑρίσκονται εἰς ἄλλα μέρη. Τό τηλέφωνο, καί κυρίως τό διαδίκτυο καί τά σύγχρονα ἠλεκτρονικά μέσα ἔφεραν ἐπανάσταση στήν ἐπικοινωνία τῶν ἀνθρώπων. Οὐδείς βεβαίως καταδικάζει τήν πρόοδο καί τήν ἐξέλιξη τῆς τεχνολογίας, πού εἶναι δῶρο τοῦ Θεοῦ καί μόνο ἔτσι πρέπει νά θεωρῆται καί νά χρησιμοποιῆται.
Ἐκεῖνο ὅμως τό ὁποῖον ἐχάθη, εἶναι ἡ ἔκφραση τῶν σκέψεων καί ἡ τύπωσή τους, ὥστε νά ἔχουν διαχρονικότητα, καί μέσα ἀπό τήν γραφή νά διατηρῆται ἡ μνήμη, ἡ ὀμορφιά τῆς ἐκφράσεως, ὅπως χαράσσεται ἐπί χάρτου, ἀπαιτοῦσα τήν ἀνάλογη προσοχή καί λεπτότητα.
Ὁ σημερινός τρόπος ἐπικοινωνίας χαρακτηρίζεται γιά τήν προχειρότητα καί τήν ἔλλειψη προσοχῆς στήν ἔκφραση καί στά νοήματα. Ἀκόμη γιά τήν πτωχεία ὡς πρός τήν γνώση τῆς Ἑλληνικῆς γλώσσης, καί συνελόντ’ εἰπεῖν γιά τήν λεξιπενία, ὡς θά ἔλεγε καί ὁ σύγχρονος γλωσσολόγος.
Παλαιότερα στά σχολεῖα καλλιεργεῖτο ἡ καλλιγραφία. Ἀπό τόν τρόπο γραφῆς δίδεται, κατά ἕνα μεγάλο μέρος, τό στῖγμα τοῦ ἔσω ἀνθρώπου. Φαίνεται ἡ ἐσωτερική κατάσταση καί ἡ ψυχική ἁρμονία. Εἶναι χαρακτηριστική ἡ ἀλληγορική ἔκφραση τοῦ Λαοῦ: «Αὐτός ἔχει καλά δείγματα γραφῆς...». Ἐνθυμοῦμαι τήν προσπάθεια τήν ὁποία κατέβαλαν οἱ δάσκαλοι, γιά νά ἀσκοῦνται οἱ μαθηταί στήν καλλιγραφία, ἡ ὁποία ἀπαιτεῖ σταθερότητα καί ὄχι βιασύνη, συγκέντρωση σκέψεως καί προσοχή, ἀρετές οἱ ὁποῖες βοηθοῦν εἰς ὅλα τά ἐπίπεδα τῆς ζωῆς. Στό τέλος ἀπολαμβάνει κανείς ἕνα ἔργο τῶν χειρῶν του, μετά ἀπό ἄσκηση ἤ καί καλλιέργεια ἑνός ταλάντου τό ὁποῖο ἔχει δοθῆ ἀπό τόν Θεό. Τώρα ὅλα αὐτά ἐξέλιπαν.
Τό δεύτερο εἶναι ἡ ὀρθογραφία. Ἡ κάθε γλῶσσα ἔχει τήν ὀρθογραφία της. Ἡ δική μας γλῶσσα ἔχει ἁρμονία καί ποιητικότητα καί τό κάθε γράμμα της καί σημεῖο στίξης προδίδουν τόν πλοῦτο της, ἀλλά καί τήν λεπτότητα καί τήν χάρη πού τήν κάνουν μοναδική καί τῆς δίδουν ξεχωριστή θέση ἀνάμεσα σέ ὅλες τίς γλῶσσες τοῦ κόσμου.
Τά τελευταῖα χρόνια συντελέστηκε ἕνα μεγάλο ἔγκλημα στήν πατρίδα μας. Κάποιοι ἐτόλμησαν, ὤ τῆς ἱεροσυλίας, νά καταστρέψουν τήν γλῶσσα μας. Μέ μεθοδικότητα καί ὀργανωμένο σχέδιο κατάφεραν νά γκρεμίσουν τό ὡραιότατο αὐτό πνευματικό οἰκοδόμημα καί νά ἐπιχαίρουν ἐπί τῶν ἐρειπίων, καυχώμενοι γιά τό θλιβερό ἐπίτευγμά τους. Ὡς ταφόπετρα τῆς Ἑλληνικῆς γλώσσας, ἦλθε τό πολυδιαφημισθέν μονοτονικό, πού συνέτεινε, μαζί μέ τίς ἄλλες προσπάθειες τῶν σφαγέων τῆς πολιτιστικῆς καί πνευματικῆς μας κληρονομιᾶς, στήν ἀγραμματοσύνη τῶν νεωτέρων γενεῶν τῶν Ἑλλήνων.
Τό χειρότερο ὅμως εἶναι ἡ ἀνοχή ὅλων τῶν πνευματικῶν δυνάμεων τῆς χώρας στό ξήλωμα τοῦ γλωσσικοῦ πνευματικοῦ μας πλούτου. Ποῦ ἦταν ἆρα γε τότε καί πού εἶναι καί τώρα ἡ Ἀκαδημαϊκή κοινότητα; Στήν κραυγή ἀγωνίας τῆς Ἐκκλησίας, πού πολλάκις ἐξεφράσθη καί ἐκφράζεται γιά τό φρικτό ἔγκλημα, ἀντέταξαν κάποιοι, ὅτι εἴμαστε ὀπισθοδρομικοί, ἀμετανόητοι, ὀνειροπόλοι καί ἀποτελοῦμε τροχοπέδη στήν προσπάθεια γιά ἐκσυγχρονισμό τῆς χώρας.
Τί θά εἴχαμε ὅλοι μας νά ποῦμε, τήν στιγμή πού στήν Γαλλία καί στήν Ἱσπανία ξεσηκώθηκε ὁ πνευματικός κόσμος, ὅταν προσεπάθησαν κάποιοι κύκλοι νά ἀφαιρέσουν, ἁπλά μικρά σημάδια ἀπό μία καί μόνο λέξη;
Καθώς σκέπτομαι τήν ἀποδόμηση, ἡ ὁποία ἔγινε ἐσκεμμένως καί καθ’ ὑπόδειξιν στήν πατρίδα μας, αἰσθάνομαι τήν ἀνάγκη νά κάνω ἕνα παραλληλισμό, πού θά προκαλέσῃ αἴσθηση.
Τί θά λέγατε, ἄν ἕνας κρατικός ἐπίσημος φορέας, κάθε ἡμέρα ξήλωνε ἕνα κομμάτι ἀπό τόν Παρθενῶνα; Δέν θά ἔπρεπε κάποιος νά ἀντιδράσῃ; Καί ὅμως στήν περίπτωση τῆς γλώσσας κανείς δέν ἀντέδρασε. Ἡ καταστροφή τῆς γλώσσας ἔγινε σταδιακά. Κατάργηση τῶν Ἀρχαίων Ἑλληνικῶν, τῆς ἱστορικῆς ὀρθογραφίας, τῆς γραμματικῆς κλπ. Τό Ὑπουργεῖο Παιδείας μέ τίς κατά καιρούς ἡγεσίες του, θαρρεῖς ὅτι εἶχε ὡς στόχο του τήν ἀποσάθρωση τῆς γλώσσας. Εἶναι τεράστια ἡ εὐθύνη τῶν πολιτικῶν ἐπί τοῦ συγκεκριμένου θέματος.
Μάλιστα εἶναι τραγικό νά ἀκούῃ κανείς, ὅτι ἡ σύγχρονη παιδαγωγική ἀπαιτεῖ, τά σφάλματα τῶν μαθητῶν στά γραπτά τους, νά μή διορθώνονται μέ κόκκινο στυλό, γιατί δημιουργοῦνται, δῆθεν, στά παιδιά ψυχολογικά προβλήματα...! Εἴμαστε δυστυχῶς γιά γέλια καί γιά κλάματα μαζί. Στό σημεῖο αὐτό θά χρησιμοποιήσω λόγια ἀπό μιά ὁμιλία τοῦ Ἐλύτη στούς Ἕλληνες μετανάστες τῆς Σουηδίας τό 1979. Εἶπε ὁ ποιητής μεταξύ τῶν ἄλλων: «...Ἐμεῖς οἱ Ἕλληνες εἴμαστε οἱ μόνοι σέ ὁλόκληρη τήν Εὐρώπη πού ἔχουμε τό προνόμιο νά λέμε τόν οὐρανό «οὐρανό» καί τήν θάλασσα «θάλασσα», ὅπως τήν ἔλεγαν ὁ Ὅμηρος καί ὁ Πλάτωνας πρίν δυόμισι χιλιάδες χρόνια. Δέν εἶναι λίγο αὐτό. Ἡ γλῶσσα δέν εἶναι μόνον ἕνα μέσο ἐπικοινωνίας. Κουβαλάει τήν ψυχή τοῦ Λαοῦ μας καί ὅλη του τήν ἱστορία καί ὅλη του τήν εὐγένεια».
Τό τρίτο εἶναι ἡ ἔλλειψη λεπτότητος στήν ἔκφραση καί ἐν πολλοῖς σεβασμοῦ στά πρόσωπα, στοιχεῖα τά ὁποῖα φαίνονται καί ἀπό τόν τρόπο μέ τόν ὁποῖο ἀπευθυνόμαστε στούς ἄλλους.
Δέν θά σταθῶ στήν συχνή χρήση τοῦ πληθυντικοῦ σέ περασμένες ἐποχές, ἀλλά στήν χάρη τοῦ λόγου καί στήν καλλιέπεια τῆς προσφορᾶς του πρός τόν εἰς ὅν ἀπευθύνεται. Εἶναι ἀπογοητευτικό τό φαινόμενο τῆς ἐλλείψεως τρόπων καί καλῆς, ὀρθῆς ἐκφράσεως πρός τούς ἄλλους, σήμερα. Ἡ «ἀργκώ», ὅπως εἶναι γνωστός ὁ τρόπος ἐπικοινωνίας τῶν ἀνθρώπων καί δή τῶν νέων τῆς ἐποχῆς μας, εἶναι φαινόμενο πνευματικῆς ἐκπτώσεως καί καταπτώσεως.
«Τό κεφάλαιο τῆς χώρας μας πού λέγεται “Ἑλληνική γλῶσσα” δέν τό ἔχομε ἀξιοποιήσει ὅσο θά ἔπρεπε ἐντός καί ἐκτός Ἑλλάδος. Μέσα στή χώρα μας ὡς “ἀξία”, πού συνδέεται ἄμεσα μέ τόν Πολιτισμό, τήν Ἱστορία, τήν νοοτροπία, τήν ἴδια τήν ταυτότητά μας καί, πάνω ἀπ’ ὅλα, μέ μιά ποιότητα σκέψης πού ἀναγκαστικά περνάει μέσα ἀπό τήν γλῶσσα. Καί φυσικά μέ μιά ποιότητα Παιδείας, ἡ ὁποία στηρίζεται ἐν πολλοῖς στή γλῶσσα. Ἔξω ἀπό τήν χώρα μας πάλι δέν ἔχουμε προβάλλει τήν ἑλληνική γλῶσσα μέ σωστό καί οὐσιαστικό τρόπο - ὄχι μέ μεγαλοστομίες καί ἀλαζονεία. Τί προσφέρει ἡ γνώση τῆς Ἑλληνικῆς στούς ὁμιλητές ἄλλων εὐρωπαϊκῶν γλωσσῶν γιά μιά βαθύτερη κατανόηση τῆς σημασίας ἀπαιτητικῶν λέξεων τῆς δικῆς τους γλώσσας, ὅταν ἀποτελοῦν δάνεια ἀπό τήν Ἑλληνική». (Καθηγητής Γ. Μπαμπινιώτης).
Εὐτυχῶς, ναί εὐτυχῶς, πού ὑπάρχει ἡ Ἐκκλησία, ἡ ὁποία γιά μιά ἀκόμη φορά κάνει τό χρέος της ἔναντι τῆς διατηρήσεως τῆς Ἑλληνικῆς γλώσσας. Ἐμεῖς παρά τίς ὅποιες ἀντιδράσεις, θά παραμείνωμε πιστοί στήν διατήρηση ἀκεραίας τῆς πνευματικῆς κληρονομιᾶς, τήν ὁποία παρελάβαμε, κάνοντας τό καθῆκον μας ἔναντι τοῦ ἱστορικοῦ μας παρελθόντος, τοῦ παρόντος, πού χωρίς αὐτά τά ἐρείσματα ἀποβαίνει καθ’ ἡμέραν οἰκοδόμημα σαθρόν καί ἑτοιμόρροπον, καί κυρίως τοῦ μέλλοντος, ἐάν ἐπιθυμοῦμε νά ἔχωμε ὡς ἔθνος καί ὡς λαός συνέχεια καί συνέπεια.«Ναί, μητέρα μας εἶναι ἡ γλῶσσα μας, πατρίδα μας εἶναι ἡ γλῶσσα μας, ὅσο καί ἄν ἀγαπᾶμε τίς ἄλλες γλῶσσες, τίς ἄλλες χῶρες» (Μ. Τριανταφυλλίδης).
Πάντοτε ὅταν φτάνωμε σέ ἀδιέξοδα, ἀναζητοῦμε λύσεις. Ὅταν εὑρισκώμεθα μπροστά σέ ἀνυπέρβλητα ἐμπόδια, ψάχνομε γιά διεξόδους. Ὅταν αἰσθανώμεθα ὅτι καταποντιζόμεθα, ἀτενίζομε μέ κραυγή ἀγωνίας τόν οὐρανό.
Πιστεύω ὅτι σέ τέτοιο ἐπίπεδο ἔχομε φτάσει σχετικά μέ τό θέμα τό ὁποῖο θίγομε σήμερα.
Θά ὑπάρξουν ἆρα γε κάποιοι ὑπεύθυνοι καί σοβαροί πνευματικοί ἡγέτες καί ταγοί, οἱ ὁποῖοι θά θελήσουν νά κάνουν τό χρέος τους ἔναντι τοῦ πνευματικοῦ πλούτου τῆς χώρας μας, ἤ θά ἀφήσωμε νά μᾶς παρασύρῃ συνεχῶς τό ρεῦμα, μέ βεβαία τήν πνευματική μας, σύν τοῖς ἄλλοις, καταστροφή;
Μιά ματιά γύρω μας, στήν σύγχρονη παιδεία καί παροχή γνώσεων, ἀλλά καί στήν ὅλη κατάσταση πού ἐπικρατεῖ στόν τόπο μας, θά μᾶς πείσῃ ὅτι πρέπει, ὡς οἷον τε τάχιον, νά ἀρχίσωμε μέ ἐργώδεις καί κοπιώδεις προσπάθειες τήν ἀνοικοδόμηση, ἡ ὁποία θά ἔχῃ πολύ κόστος, σέ αἷμα καί πνεῦμα.      
«Ὅσοι ἀπομείναμε πιστοί στήν Παράδοση, ὅσοι δέν ἀρνηθήκαμε τό γάλα πού βυζάξαμε, ἀγωνιζόμαστε, ἄλλος ἐδῶ, ἄλλος ἐκεῖ καταπάνω στήν ψευτιά. Καταπάνω σ’ αὐτούς πού θέλουνε τήν Ἑλλάδα ἕνα κουφάρι χωρίς ψυχή, ἕνα λουλούδι χωρίς μυρωδιά». (Φώτης Κόντογλου)  

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Related Posts Plugin for WordPress, Blogger...