Πέμπτη 29 Σεπτεμβρίου 2011

ΟΜΙΛΙΑ ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΟΥ ΠΑΤΡΩΝ ΚΑΤΑ ΤΗΝ ΕΟΡΤΗ ΤΗΣ ΕΠΑΝΑΚΟΜΙΔΗΣ ΤΗΣ ΤΙΜΙΑΣ ΚΑΡΑΣ ΤΟΥ ΑΠΟΣΤ. ΑΝΔΡΕΟΥ ΣΕΠΤΕΜΒΡΙΟΣ 2011


Καθώς λιτανεύομε σήμερα τήν Τιμία Κάρα τοῦ Προστάτου μας, Ἁγίου Ἀνδρέου τοῦ Πρωτοκλήτου, ἑορτάζοντες τήν 47ην ἐπέτειο τῆς Ἐπανακομιδῆς της ἐκ τῆς ὑπερορίας στήν πόλη τοῦ Μαρτυρίου του, αἰσθάνομαι ἐπιτακτικό τό χρέος, νά ὑψώσω χεῖρας ἱκέτιδας πρός τόν Πανοικτίρμονα Κύριόν μας καί νά τόν παρακαλέσω αὐτήν τήν ἁγία ὥρα καί ἡμέρα, νά γίνεται ἵλεως πᾶσιν ἡμῖν, διά τά πολλά ἡμῶν ἁμαρτήματα. Ἀλλά καί τόν πιστόν αὐτοῦ θεράποντα, τόν τῶν Ἀποστόλων Πρωτόκλητον καί μιμητήν  τοῦ Πάθους τοῦ Σωτῆρος, κλεινόν Ἀνδρέαν, τόν τῆς Ἐκκλησίας τῆς Βασιλευούσης τῶν Πόλεων, ἀλλά καί τῆς τοπικῆς μας Ἐκκλησίας Ἱδρυτήν νά παρακαλέσω, ὥστε διά πρεσβειῶν του νά σκέπῃ τόν λαόν του καί τήν πόλιν του καί μάλιστα στούς δύσκολους καιρούς πού διερχόμεθα.


Ὅμως, ὀφειλετικῶς καί εὐγνωμόνως στρέφω τήν σκέψη μου καί πρός ὅλους ὑμᾶς. Πρῶτον πρός τούς ἀδελφούς Ἁγίους Ἀρχιερεῖς, οἱ ὁποῖοι εὑρίσκονται σήμερα μαζί μας γιά τόν λαμπρό ἑορτασμό. Τόν Σεβασμιώτατον Μητροπολίτην Προύσης κ. Ἐλπιδοφόρον, φελέλπιδα Ἀρχιερέα τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριαρχείου καί πολλά ὑποσχόμενον διά τήν κατ’ Ἀνατολάς Ἁγίαν τοῦ Χριστοῦ Ἐκκλησίαν, μετά τοῦ ὁποίου μᾶς συνδέει μεγάλη φιλία, ἀπό πολλῶν ἐτῶν, ἡ ὁποία ἐχαλκεύθη σέ καιρούς δυσκόλους γιά τήν Ἐκκλησία μας, καί τόν Θεοφιλέστατον Ἐπίσκοπον Φαναρίου κ. Ἀγαθάγγελον, Διευθυντήν τῆς Ἀποστολικῆς Διακονίας τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος, μετά τοῦ ὁποίου γνωριζόμεθα ἀπό τά φοιτητικά μας χρόνια στό Πανεπιστήμιο Ἀθηνῶν. Καί στούς δύο Ἁγίους Ἀδελφούς εὔχομαι ἀπό καρδίας πλουσίαν τήν χάριν τοῦ Παναγίου Θεοῦ, ταῖς πρεσβείαις τοῦ Ἁγίου Ἀποστόλου Ἀνδρέου.

Εὐχαριστίας ἐκφράζω πρός τόν Ἱερόν Κλῆρον, τούς ἐντιμοτάτους Ἄρχοντας καί πρός ἅπαν τό φιλόθεον καί φιλάγιον πλήρωμα τῆς Ἀποστολικῆς ταύτης καί ἱερᾶς ὁλκάδος, ἰδιαιτέρως πρός τήν φερέλπιδα νεολαίαν μας.

Ὅμως ἐπιθυμῶ, νά ἀπευθύνω πρός τήν ἀγάπη σας ὀλιγόλεπτο μήνυμα, ἐπί τῇ ἁγίᾳ ταύτῃ ἑορτῇ καί πανηγύρει.
 
·                    Ἀδελφοί μου, ἡ πόλη μας ἔχει τήν ξεχωριστή εὐλογία καί χάρη ἀπό τόν Θεό νά κατέχῃ τάφον Ἀποστολικόν, ὅπως καί τήν Κάρα τήν πανσεβάσμιο τοῦ Πρωτοκλήτου καί τόν Σταυρό τοῦ μαρτυρίου του. Δέν ἔχει τίποτε νά ζηλεύσῃ ἀπό τίς ἄλλες πόλεις, ὡς θά ἔλεγε, δι’ἄλλην περίπτωση, ὁ Ἱερός Χρυσόστομος, ἀλλά δύναται νά καυχᾶται ἐν Κυρίῳ, διά τόν θησαυρό τόν χαριτόβρυτο, τόν ὁποῖον κατέχει.

Ἀλλ’ ἐκτός ἀπό τήν καύχησή μας, ἀληθές εἶναι καί τό γνωρίζομεν ὅλοι, ὅτι φέρομε μιά βαρειά κληρονομιά καί βαστάζομε μιά μεγάλη καί ἱερά παρακαταθήκη, τήν ὁποία μᾶς παρέδωσε ὁ Ἅγιος Ἀπόστολος Ἀνδρέας καί τήν ὁποία ὀφείλομε, νά διατηρήσωμε ὡς κόρην ὀφθαλμοῦ. Ἡ παρακαταθήκη αὐτή εἶναι ἡ ἀλήθεια περί τοῦ Ἑνός καί μόνου Ἀληθινοῦ Θεοῦ, τοῦ Ἐσταυρωμένου καί Ἀναστάντος, τόν ὁποῖον ὁ Ἀπόστολος Ἀνδρέας εἶδε μέ τά μάτια του, ἄκουσε μέ τά αὐτιά του καί τόν ἠγάπησε μέ ὅλη τή δύναμη τῆς ψυχῆς του.

Μᾶς παρέδωσε τό Εὐαγγέλιο, δηλαδή τήν ἀλήθεια πού μᾶς ἀπεκάλυψε ὁ ἴδιος ὁ Θεός, ἄνευ τῆς ὁποίας εἶναι ἀδύνατος καί ἀδιανόητος ἡ σωτηρία.

·        Τό πρῶτο σημεῖον, τό ὁποῖο χρήζει ἰδιαιτέρας προσοχῆς, εἶναι ἡ ἀνεπιφύλακτη ἀποδοχή τῶν θείων ἀληθειῶν. Τό ὅτι παρελάβαμε αὐτή τήν παρακαταθήκη, δέν ἔχει ἁπλῶς τήν ἔννοια, ὅτι τήν ἀκούσαμε ἤ τήν διδαχθήκαμε, ἀλλά ἔχει τήν ἔννοια ὅτι οὐσιαστικά καί ἐνδόμυχα τήν ἀποδεχτήκαμε.

·        Δεύτερο σημεῖο εἶναι ἡ σταθερή μας προσήλωση στίς ἀλήθειες τοῦ Ἱεροῦ Εὐαγγελίου. Δέν ἀρκεῖ τό νά ἀκούσωμε τήν διδασκαλία, καί νά τήν ἀποδεχτοῦμε, ἀλλά πρέπει καί νά τήν ἐφαρμόσωμε στή ζωή μας.

Γιά μᾶς τούς Ἕλληνες ἡ Ὀρθοδοξία δέν εἶναι κάποια ἀξία ἁπλῶς πολιτιστική ἤ κάποιο φῶς πού ἔρχεται ἐξ Ἀνατολῶν, ἀλλά εἶναι ὁ λόγος αὐτῆς ταύτης τῆς ὑπάρξεώς μας. Ἴσως μᾶς κατηγορήσουν, μετά ἀπό τόν λόγον αὐτόν ὡς αἰθεροβάμονας καί ὀνειροπόλους. Ὅμως ἐμεῖς τούς ἐρωτᾶμε μαζί μέ τόν Στάρετς Ζωσιμᾶ: «Ἄν ἐμεῖς εἴμαστε, (λέγοντες αὐτόν τόν λόγον),  πραγματικά ὀνειροπόλοι, πέστε μας τότε, πότε ἐσεῖς θά χτίσετε τήν οἰκοδομή σας καί πότε θά ὀργανωθῆτε δίκαια μέ τό λογικό σας μόνο, χωρίς τό Χριστό». Ὁ Λαός μας ἔχει μιά παράδοση πού διαφέρει ἀπό τήν παράδοση τῶν ἄλλων λαῶν. Ἔχει τήν Ὀρθόδοξη Ρωμαίικη, Φιλοκαλική Παράδοση. Ποιός ἄλλος λαός ἔχει νά ἐπιδείξη αὐτή τήν ἁπλότητα, τήν ζυμωμένη μέ τήν πίστη στό Θεό, μέ τόν αὐθορμητισμό, τόν ἐνθουσιασμό, τήν συγκίνηση, τό δάκρυ καί τό γέλιο; Αὐτό πού ζοῦμε ἐμεῖς αὐτή τήν ὥρα, σ’ αὐτή τήν πλατεία, ποιός ἄλλος μπορεῖ νά τό βιώσῃ;

Ἐνθυμεῖται ὁ νῦν Ἀρχιεπίσκοπος Ἀμερικῆς Δημήτριος, ὁ ὁποῖος κατά τήν ὑποδοχή τῆς Ἁγίας Κάρας τοῦ Ἀποστόλου μας, ἦτο Ἀρχιμανδρίτης καί μετέφραζε τούς λόγους ἀπό τά Ἐλληνικά στά Γαλλικά καί ἀντιστρόφως, σ’ αὐτόν ἐδῶ τόν χῶρο. Ἐνθυμεῖται, λέγω, ὅτι ἀπό τά μάτια τοῦ ψυχροῦ ἀπό τήν φύση του, Καρδιναλίου Μπέα, ὁ ὁποῖος παρέδωσε τήν Ἁγία Κάρα ἐξ ὀνόματος τοῦ Πάπα στά χέρια τοῦ ἀοιδίμου προκατόχου μου Μητροπολίτου Πατρῶν Κωνσταντίνου, ἔτρεξαν δάκρυα καί ἀκούστηκε νά λέγῃ: «Πρώτη φορά βρίσκομαι μπροστά σέ τόσο συγκινημένο καί ἐνθουσιασμένο πλῆθος. Πρώτη φορά βλέπω τέτοιες ἐκδηλώσεις». Μά ναί, πρώτη φορά βρισκόταν ἴσως στήν Ὀρθόδοξη Ἑλλάδα καί πρώτη φορά πατοῦσε τά ἁγιασμένα χώματα τῆς Πάτρας καί ἔβλεπε τίς, ἀπό καρδίας, λατρευτικές Ἐκδηλώσεις αὐτοῦ τοῦ Λαοῦ.

Ὅμως ἀδελφοί μου, τώρα φαίνεται, ναί τώρα γίνεται φανερό τό ἔγκλημα ὅλων ἐκείνων πού ἀγωνίστηκαν συστηματικά καί πάσχισαν ἀλλά καί πασχίζουν ἀκόμα, στή χώρα μας νά γκρεμίσουν ἀπό τίς καρδιές, κυρίως τῶν νέων ἀνθρώπων, τήν πίστη στό Θεό καί τήν ἐμπιστοσύνη στήν Ἐκκλησία, ἐπιθυμώντας νά ἐξαφανίσουν ἀπό τήν ζωή, ἄν εἶναι τοῦτο ποτέ δυνατόν νά συμβῇ, τόν ποιητή τῆς ζωῆς.

Ὡραιότατα θά τό διατυπώσει στόν «Ἄξιον ἐστίν», ὁ Ἐλύτης, ἐρωτώντας τόν Ἐξόριστο ποιητή: «Ἐξόριστε ποιητή, στόν αἰῶνα σου λέγε, τί βλέπεις;» Κι ἐκεῖνος ἀπαντᾶ: «Βλέπω τά ἔθνη, ἄλλοτες ἀλαζονικά, παραδομένα στή σφήκα καί τό ξινόχορτο. Βλέπω τά πελέκια στόν ἀέρα σκίζοντας προτομές... Βλέπω τούς ἐμπόρους νά εἰσπράττουν, σκύβοντας, τό κέρδος τῶν δικῶν τους πτωμάτων. Βλέπω τήν ἀλληλουχία τῶν κρυφῶν νοημάτων» (Ὀδ. Ἐλύτη: «Τό Ἄξιον ἐστίν», Ἴκαρος Ἐκδοτ. Ἑταιρεία, σ. 65).

Μετά λύπης βαθυτάτης διαπιστώνομε, δυστυχῶς ὅλοι μας, ὅτι συντελέστηκε ἕνα κακό, κοσμογονικῶν διαστάσεων, τό ὁποῖο καθήλωσε καί καθηλώνει τήν πορεία τοῦ γένους μας καί διεμόρφωσε καί διαμορφώνει μιά νέα γενιά, χωρίς λόγο, χωρίς ὅραμα, χωρίς πυξίδα, χωρίς σταθερή πορεία, χωρίς δυνατότητες ἀληθινῆς προόδου. Σήμερα μέσα σ’ αὐτή τήν ἀπελπισία (πού βιώνει κυρίως ἡ νέα γενιά), ὀφείλομε ὅλοι μας νά σκύψωμε τό κεφάλι καί νά ζητήσωμε συγγνώμη ἀπό τά παιδιά μας, γιατί:
 
 «Χρωστᾶμε σ’ ὅσους πέρασαν
θά ‘ρθοῦν καί θά περάσουν
κριτές θά μᾶς δικάσουν
οἱ ἀγέννητοι, οἱ νεκροί».
 
Πρὸ ὀλίγων ἡμερῶν ἕνα παιδὶ μουτζούρωνε μὲ μπογιὰ τὴν προτομὴ τοῦ Πατριάρχου, τοῦ Ἐθνοϊερομάρτυρος Ἁγίου Γρηγορίου τοῦ Ε’, ἔξω ἀπὸ τὸν Ἱερὸ Ναὸ τῆς Παντανάσσης. Κάποιος εἶπε ὅτι πρέπει τὸ παιδὶ νὰ τιμωρηθῆ. Ἀλλ’ ὄχι. Αὐτὸ εἶναι λάθος. Τὸ παιδὶ εἶναι ἀθῶο. Φταῖνε ἐκεῖνοι ποὺ διεστρέβλωσαν τὴν ἀλήθεια, ὥστε τὸ παιδὶ νὰ μὴ γνωρίζῃ ὅτι ὁ Πατριάρχης Γρηγόριος ἦτο τὸ Ἱερὸ σφάγιο καὶ τὸ ἐθελόθυτο θύμα, ποὺ κρεμάστηκε μπροστὰ στὴν κεντρικὴ πύλη τοῦ Πατριαρχείου γιὰ νὰ μπορεῖ αὐτὸ τὸ παιδὶ νὰ λέῃ σήμερα τὸ ὄνομά του καὶ ἂν θέλετε νὰ μουτζουρώσῃ τὴν προτομὴ τοῦ Ἐθνάρχου.

Ἀλλὰ αὐτὸ τὸ παιδὶ ἔμαθε πλέον τὴν ἀλήθεια καὶ θὰ τὴν μάθουν καὶ τὰ ὑπόλοιπα παιδιά. Ὅπως θὰ μάθουν, ὅτι ὅποτε ἤθελε χρειασθῇ καὶ κάποιος ἄλλος Πατριάρχης θὰ θυσιασθῇ καὶ κάποιος ἄλλος Ἀρχιερεὺς ἢ ἄλλος Κληρικὸς θὰ προσφερθῇ δίδοντας τὸ αἷμα του γιὰ τὸν Χριστὸ καὶ τὴν Ἑλλάδα, ἀκολουθώντας τὶς χιλιάδες τῶν Κληρικῶν μας ποὺ θυσιάστηκαν κατὰ καιροὺς ὑπὲρ πίστεως καὶ πατρίδος, ὥστε ὅλοι μας νὰ μποροῦμε σήμερα νὰ μιλᾶμε Ἑλληνικά, νὰ ἔχομε σπίτι, ἐλεύθερη διακίνηση ἰδεῶν, συντελόντ’ εἰπεῖν, νὰ ζοῦμε ἐλεύθεροι.

Τί μένει ἄραγε; Ἀντί νά συνεχίσωμε, νά δάκνωμε ὁ εἷς τόν ἄλλον, διότι ἔτσι θά ἀναλωθῶμεν, ὡς λέγει χαρακτηριστικά ὁ Ἅγιος Ἀπόστολος Παῦλος, πρέπει,  ὅπως λέγει σοφά ὁ λαός, νά μαζέψωμε τά κομμάτια μας, ὅ,τι τέλος πάντων μᾶς ἀπέμεινε, καί μονιασμένοι νά προχωρήσωμε, ἄν θέλωμε, νά ἐπιβιώσωμε.

Πρίν λίγα χρόνια Εὐρωπαῖος πολιτικός εἶχε πεῖ γιά τήν πατρίδα του: «Ποτέ ἄλλοτε ἡ χώρα μου δέν εἶχε τήν ἀνάγκη τῆς ἄνωθεν βοηθείας». Θεωρῶ, ὅτι μποροῦμε νά τό ἐπαναλάβωμε καί μεῖς σήμερα: «Ποτέ ἄλλοτε ἡ χώρα μας δέν εἶχε τήν ἀνάγκη τῆς βοηθείας τοῦ Θεοῦ, ὅσο σήμερα».

Αὐτό σημαίνει ὅτι πρέπει νά συνειδητοποιήσωμε τήν ἀνάγκη μιᾶς ἀντίστροφης πορείας πού θά συνοδεύεται ἀπό μετάνοια βαθειά καί ἀπό τήν παρουσία τῆς πίστεως στό Θεό, στήν ζωή μας.

Ἄν ἦταν ἄλλες ἐποχές θά λέγαμε «χρειάζεται νά κατέβωμε στόν Ἅδη, γιά νά ζήσωμε τήν Ἀνάσταση».

Τώρα λέμε: «Εἴμαστε στόν Ἅδη, βοήθησέ μας Κύριε νά ἀναστηθοῦμε».

Δυστυχῶς, ναί δυστυχῶς, μποροῦμε μέ πόνο ψυχῆς νά ποῦμε γιά τήν Πατρίδα μας, νά ποῦμε γιά τόν ἑαυτό μας. Φτιάξαμε μιά πατρίδα γεμάτη ἁμαρτίες, πού τά ἐλαττώματά μας τήν ἔχουν καθηλώσει στήν πεζότητα καί στό τέλμα. Πόσο δίκιο εἶχε ὁ Παλαμᾶς, ὅταν ἔλεγε: «Ὁ κόλακας καί ὁ ψεύτης χαλασμοί σου, τῆς ἁμαρτίας πατρίδα. Δύστυχη μάνα τοῦ κόσμου εἶσαι τό σκύβαλο...».

·        Τό τρίτο σημεῖο πού πρέπει νά συνειδητοποιήσωμε, εἶναι ὅτι ὁ φορέας αὐτῆς τῆς ἀληθείας πού μᾶς παρέδωσε ὁ Ἀπόστολος Ἀνδρέας, εἶναι ἡ Μία, Ἁγία, Καθολική καί Ἀποστολική τοῦ Χριστοῦ Ἐκκλησία. Μόνο ἐν τῇ Ἐκκλησίᾳ καί διά τῆς Ἐκκλησίας σωζόμεθα.

Ἄν σέ ὅλες τίς ἐποχές ὁ ἄνθρωπος εἶχε ἀνάγκη τῆς στοργῆς τῆς Ἁγίας μας Ἐκκλησίας, πόσο μᾶλλον σήμερα στούς δυσχειμέρους καιρούς πού ζοῦμε, πού χάθηκε ἡ χαρά, ἡ ἐλπίδα, ἡ ὀμορφιά τῆς ζωῆς καί ἡ εὐκοσμία τοῦ κόσμου.

Ἡ Ἐκκλησία στάθηκε καί στέκεται, ἡ τροφός ὅλων μας καί τοῦ γένους μας ὁλοκλήρου. Ἐπτώχευσε γιά νά πλουτίσουμε. Ἔδωσε καί δίδει τά πάντα γιά νά χαροῦν τά τέκνα της. Ἐπληγώθη γιά νά σώσῃ τά νοσσία της. Κατέβηκε καί κατεβαίνει μέχρις ἅδου ταμείων γιά νά ἀναστήσῃ τούς νεκρούς ἀπό τήν ἁμαρτία καί νά τούς χαρίσῃ τό φῶς τῆς Ἀναστάσεως.

Χτυπήθηκε καί συκοφαντήθηκε, ἀπό τά ὄργανα τοῦ πονηροῦ μέ σκοπό νά χάσουν τά τέκνα της τόν προσανατολισμό τους, ἀλλά κατά τόν Ἱερό Χρυσόστομο καί «πύλαι ἅδου οὐ κατισχύσουσιν αὐτῆς».

Σταυρώθηκε καί σταυρώνεται, ἀλλά τό αἷμα της λειτούργησε καί λειτουργεῖ λυτρωτικά καί γι αὐτούς τούς σταυρωτάς της.

Ὥσπερ πελεκάν ἔσχισε τήν καρδίαν της γιά νά σώσῃ μέ τό αἷμα της, τούς νεοσούς της ἀπό τά δήγματα τοῦ ἰοβόλου ὄφεως.
Ἔχετε ἀκούσει τό σχετικό μέ τήν καρδιά τῆς μάνας. Ὀμορφονιός ἀγάπησε μιᾶς μάγισσας τήν κόρη. Καὶ ἐκείνη ζήτησε ἀπὸ αὐτὸν νὰ σκοτώσῃ τὴν μάνα του καὶ νὰ τῆς προσφέρῃ τὴν καρδιά της, σὰν σημεῖο τῆς ἀγάπης του.Ἔτρεξε ὁ γυιός, ἔσκισε τῆς μάνας του τὰ σπλάχνα, πῆρε τὴν καρδιὰ καὶ ἔτρεξε νὰ τὴν δώση στὴν ἀγαπημένη του. Ὅμως στὸ δρόμο σκόνταψε καὶ ἔπεσε κατὰ γῆς. Τότε ἀκούστηκε τῆς μάνας ἡ φωνή: «Χτύπησες παιδάκι μου;». Πόσες φορές, ἀλήθεια, οἱ κόρες τῆς μάγισσας, ξετρέλαναν τὰ παιδιὰ ἐναντίον τῆς μάνας Ἐκκλησίας; Πόσες φορὲς αὐτὴ ἡ μάνα πόνεσε γιὰ τὴν συμπεριφορὰ τῶν παιδιῶν της; Ὅμως ἐκείνη φιλόστοργα, μὲ δάκρυα στὰ μάτια ἀγκαλιάζει, κατασπάζεται καὶ καταφιλεῖ τὰ παιδιά της καὶ τὰ ρωτάει σπλαχνικά: «Χτύπησες;, πόνεσες παιδάκι μου;»

Αὐτή τήν ὥρα ἀκούομε καί πάλι τήν φωνή της.

Παιδιά μου, μήν ἀπελπίζεστε, μή λυγίζετε, ἐπιμείνατε ἐν τῇ προσευχῇ καί τῇ ὑπομονῇ καί τῇ πίστει. Δριμύς ὁ χειμών, ἀλλά γλυκύς ὁ Παράδεισος. Ἀλγεινή ἡ τῆξις, ἀλλ’ ἡδυία ἡ ἀπόλαυσις. Πέρα ἀπό τά γήινα καί φθαρτά καί μάταια, ὑπάρχουν τά ἐπουράνια καί ἄφθαρτα.

Ἡ Ἐκκλησία μάς ἐξασφαλίζει τήν ἑνότητα πού εἶναι τόσο ἀπαραίτητη σήμερα.

Καί τώρα δώστε μου ἕνα λεπτό νά ἀπευθυνθῶ στόν Ἱερό Ἀπόστολο καί Προστάτη μας καί νά τοῦ εἴπω ἱκετευτικά ἐκ βάθους καρδίας.

Ἁγιώτατε Ἀπόστολε Ἀνδρέα, κλίνω γόνυ ψυχῆς καί σώματος σήμερα ἐνώπιον τῆς χαριτοβρύτου καί μυριπνόου Κάρας σου καί παρακαλῶ καί δέομαι, πρέσβευε ὑπέρ τῶν ἀρχόντων τοῦ Λαοῦ μας, ὥστε νά λαμβάνουν τίς δέουσες ἀποφάσεις γιά τήν πορεία αὐτοῦ τοῦ τόπου στίς δύσκολες αὐτές ἡμέρες, πορευόμενοι ἐν συνέσει καί ἀγάπῃ πρός τόν Θεόν καί τό Γένος. Πρέσβευε ὑπέρ τοῦ λαοῦ σου, ὥστε

στήν ἀδυναμία του νά φανῇ δυνατός,
στήν φτώχεια του νά σταθῇ ὄρθιος,
στήν ἀνεργία νά εὕρῃ ἐπιστηριγμόν,
στόν πόνο του ἀναψυχήν καί κουφισμόν,
στήν ἀπελπισία του, τήν οὐράνια ἐλπίδα,
στήν δύσκολη πορεία του τόν προορισμό
νά περάσῃ ἀπό τό σκοτάδι στό φῶς.

Βοήθησε σέ καιρούς ἀφιλίας, νά συνδεθοῦν οἱ ἄνθρωποι μέ  τόν δεσμόν τῆς ἀγάπης καί τῆς ἀληθινῆς φιλίας.

Σέ χρόνους ἀγνωσίας, νά εὕρουν τήν ἄνωθεν σοφίαν.
Φώτισε τά παιδιά μας μας, νά εὕρουν τόν δρόμο τῆς σωτηρίας.
Νά βιώσουν τήν χάρη τῆς πραγματικῆς ἐλευθερίας.
Νά ξεχωρίσουν τό ψέμα ἀπό τήν ἀλήθεια.
Νά ἀγαπήσουν τήν πνευματική ζωή καί
νά ἀφήσουν τό σαρκικό καί βορβορῶδες φρόνημα, ἄν αὐτό ὑπηρετοῦν.

«Μνημόνευε ἡμῶν Χριστοῦ Μαθητά, τῶν τελούντων σου τήν μνήμην καί τιμώντων τήν πανσεβάσμιον Κάραν σου. Δεήθητι ἀεί ἐκτενῶς ὑπέρ τῆς ποίμνης σου ταύτης καί τῆς κλεινῆς πόλεως τῶν Πατρέων, ἧς γέγονας ἀπ’ ἀρχῆς, φύλαξ καί φρουρός καί πρόμαχος. Ἀμήν». 

www.i-m-patron.gr

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Related Posts Plugin for WordPress, Blogger...