Δευτέρα 25 Ιουλίου 2011

Γιατί ζω;


Ένα μεγάλο ερώτημα που έχει δημιουργηθεί  σε όλους μας. Γιατί ζούμε; Ποιό το νόημα της ζωής και της ύπαρξης μας;

«Μεγάλα» ερωτήματα με πολύ δύσκολες απαντήσεις. Κοιτάζοντας γύρω μας, τους συνανθρώπους μας, τον τρόπο με τον οποίο ζούμε, τις όλες κινήσεις και πράξεις μας, διαπιστώνουμε πως έχουμε ξεφύγει από κάθε υγιή σκοπό και στόχο. Ίσως έχουμε αποπροσανατολιστεί.

Προσπαθώντας να χαρακτηρίσουμε την εποχή που ζούμε, μια λέξη μου έρχεται στο μυαλό. «ΧΑΟΣ». Ζούμε σε μια χαοτική εποχή, όπου στον κάθε τομέα της  επικρατεί ένα αλαλούμ.

Άνθρωποι με απλανή βλέμματα κοιτούν το υπερπέραν. Πόσες φορές που περπατάμε στο δρόμο αισθανόμαστε να φεύγει το μυαλό μας και να δινόμαστε σε άλλα πράγματα. Η κόρνα του αυτοκινήτου που χτυπάει για να μας δώσει να καταλάβουμε ότι βρισκόμαστε στην μέση του δρόμου, μεταφράζεται μέσα μας σαν μια γλυκιά μελωδία ωδικών πτηνών. Ακούμε αυτό που θέλουμε να ακούσουμε και όχι αυτό που συμβαίνει γύρω μας. Η γειτόνισσα, ο φίλος μας, μας φωνάζουν καλημέρα… Εμείς όμως δεν τους ακούμε, δεν ακούν τα αυτιά του σώματος, αλλά πιο πολύ δεν ακούν τα αυτιά της ψυχής μας. Είμαστε κουφοί. Γίναμε άνθρωποι χωρίς αίσθηση και αισθήματα. Λένε πολλοί… Πρέπει να είσαι σκληρός και απαθής για να επιβιώσεις στις μέρες μας. Πώς να γίνεις απαθής και σκληρός όταν ο συνάνθρωπός σου πεινάει, διψάει, δεν έχει κανέναν να του συμπαρασταθεί;

Από την άλλη πλευρά κατανοώ πως δεν γίνεται να κάνουμε τα προβλήματα των άλλων, δικά μας. Σίγουρα όμως μπορούμε να συμπαρασταθούμε και να προσφέρουμε το δικό μας λιθαράκι.

Αλλά όμως και πάλι εμείς δεν ακούμε. Το απλανές βλέμμα μας καθοδηγεί. Πολύ εύστοχα τονίζει ο ποιητής…

Κι ήσασταν αλήθεια πολλοί... Άνθρωποι... άνθρωποι...
Και προχωρούσατε...
και πηγαίνατε χωρίς πουθενά να σκοντάφτετε,
γιατ' ήταν κατηφόρα ο δρόμος σας.
Και κατεβαίνατε... και κατεβαίνατε...
με το ίδιο πάντα αργό βήμα,
λες και φοβόσασταν μη φτάσετε κάποτε στο τέρμα.

Φοβόμαστε να φτάσουμε στο τέρμα… Αλήθεια ξέρουμε ποιο  είναι το τέρμα; Και αν ναι, πώς φτάνουμε μέχρι εκεί;  Κανείς μας δεν ξέρει… Γνωστοί, γείτονες, φίλοι, μας φαίνονται ξένοι…

Είμαστε έρημοι στην πληθώρα των ανθρώπων.

Φτάνοντας στο σημείο να πρέπει να χαρακτηρίσουμε τους ανθρώπους του σήμερα, θα χρησιμοποιήσω το χωρίο του ποιητή…

Ζήτησα να δω τα μάτια σας
και δεν βρήκα παρά μαύρους κύκλους γύρω απ' αυτά.
Ζήτησα ν' ακούσω το τραγούδι σας
και σας άκουσα μονό το να να επαναλαμβάνετε
"όλα πάνε καλά".
Έψαξα να βρω τις καρδιές σας
και μού ’πατε πως τις είχατε από χρόνια αμπαρωμένες
κι ίσως... να μη ζούσανε πια.
Ρώτησα για τα όνειρά σας
και μ' απαντήσατε πως είχαν πεθάνει, πριν γεννηθούν.
Έψαξα για χαμόγελα
και δεν βρήκα παρά συμμετρικές κινήσεις
που αγγίζανε μόνο τα χείλη σας.
Τότε... ρώτησα…
πού βγάζει ο δρόμος σας
και μου δείξατε ένα μνήμα...
"για κει τραβάμε όλοι" μού ’πατε με μια φωνή
και βιαστήκατε ν' αλλάξουμε συζήτηση.

Πόσο εύστοχα τα λέει ο ποιητής. Πόσο συνειδητοποιημένος είναι. Άνθρωποι που πιστεύουν ότι το τέρμα της ζωής είναι το μνήμα. Πού να ξεραν ότι απ’ αυτό το μνήμα ανέτειλε η ζωή. Ο Χριστός με την ανάσταση του μετέτρεψε το μνήμα από τόπο ενταφιασμού, σε αφετηρία της αληθινής ζωής. Της άλλης ζωής. Αλήθεια, έχουμε υποψιαστεί ποτέ τι σημαίνει άλλη ζωή; Αυτή η ζωή είναι η ζωή της αλήθειας, της χαράς και της πνευματικής πληρότητας. Πώς φτάνουμε σε αυτήν;  Μας απαντάει πολύ εύστοχα ο Απόστολος Παύλος στην προς Ρωμαίους επιστολή του…

Ἀ­πο­στυ­γοῦν­τες τὸ πο­νη­ρόν, κολ­λώ­με­νοι τῷ ἀ­γα­θῷ, τῇ φι­λα­δελ­φί­ᾳ εἰς ἀλ­λή­λους φι­λό­στορ­γοι, τῇ τι­μῇ ἀλ­λή­λους προ­η­γού­με­νοι, τῇ σπου­δῇ μὴ ὀ­κνη­ροί, τῷ πνεύ­μα­τι ζέ­ον­τες, τῷ Κυ­ρί­ῳ δου­λεύ­ον­τες, τῇ ἐλ­πί­δι χαί­ρον­τες, τῇ θλί­ψει ὑ­πο­μέ­νον­τες, τῇ προ­σευ­χῇ προ­σκαρ­τε­ροῦν­τες, ταῖς χρεί­αις τῶν ἁ­γί­ων κοι­νω­νοῦν­τες, τὴν φι­λο­ξε­νί­αν δι­ώ­κον­τες. Εὐ­λο­γεῖ­τε τοὺς δι­ώ­κον­τας ὑ­μᾶς, εὐ­λο­γεῖ­τε καὶ μὴ κα­τα­ρᾶ­σθε.

Δεν θα προχωρήσω σε ανάλυση του Αποστόλου, απλά θα προτρέψω με πολύ σεβασμό να κρατήσουμε την φράση, ευλογείτε τους διώκοντας υμάς…

Κλείνοντας αυτόν τον νεανικό προβληματισμό, θα ήθελα να σας παραθέσω τα λόγια του ποιητή, τα οποία πρέπει να τα λάβουμε σοβαρά υπ’ όψιν μας…

Προτιμώ τα μάτια μου.
Προτιμώ του ήλιου το φως.
Προτιμώ τις καμπάνες.
Προτιμώ τις σημαίες.
Προτιμώ το Τέρμα... εκείνο το Τέρμα
που βγάζει απ' τα νέφη κι απ' τον ήλιο πιο πάνω.

Προτιμώ τον Χριστό και την αγνή ζωή που μου προσφέρει.

Έγραφα στην Ναύπακτο στις 24 Ιουλίου 2011.

                                                                                                         Μάριος Γ. Σαράντης

Φοιτητής - Ιεροψάλτης

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Related Posts Plugin for WordPress, Blogger...